Αξιολόγηση Χρήστη: 0 / 5

Αστέρια ΑνενεργάΑστέρια ΑνενεργάΑστέρια ΑνενεργάΑστέρια ΑνενεργάΑστέρια Ανενεργά
 

Ανάμεσα στη Ν. Επίδαυρο και τη Δήμαινα επί της παλαιάς εθνικής οδού που οδηγεί στο Λυγουριό βρίσκεται η μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών

η οποία κτίστηκε το 15ο αι. από μοναχούς της μονής Καλαμίου. Η μονή αποτέλεσε πνευματικό φάρο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας αλλά και στα πρώτα χρόνια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, συμβάλλοντας στη διατήρηση της γλώσσας και της θρησκείας. Από το 1945 άρχισε να λειτουργεί ως γυναικείο μοναστήρι και στη θέση του παλαιού ναού που καταστράφηκε, οικοδομήθηκε νέος μεγαλύτερος ναός σε ρυθμό βυζαντινό, σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο με ωραίες αγιορείτικες τοιχογραφίες. Μέσα στον ναό φυλάσσονται άγια λείψανα και παλιές εικόνες.

Ανάμεσα στη Ν. Επίδαυρο και το χωριό Δήμαινα, στην παλαιά εθνική οδό που οδηγεί απ’ την Κόρινθο στο Λυγουριό μέσα σ’ ένα καταπράσινο τοπίο από ελιές, πλατάνια, πεύκα και άλλα κωνοφόρα δένδρα, αναμειγνύεται η μυρωδιά των καρπών της φύσης με το άρωμα του θυμιατού των καλογραιών της μονής Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Η μονή κτίστηκε περίπου στα μέσα του 15ου αι. από μία ομάδα μοναχών με αρχηγό τον μοναχό Νήφωνα που κατέφθασε στην Πιάδα της Επιδαύρου από την κοντινή Μονή Καλαμίου. Οι πηγές που έχουμε για την πορεία της μονής είναι λίγες. Μόνο ένα σιγίλιο του πατριάρχη Ιερεμία Β’ το 1593, με το οποίο ανανεώνει την υπαγωγή της μονής στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας η μονή συνέβαλε τα μέγιστα. Μέσα στον σκληρό Απελευθερωτικό αγώνα βοήθησε να διατηρηθούν η γλώσσα και η θρησκεία. Με την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους στους χώρους της λειτούργησε και αλληλοδιδακτικό σχολείο. Στα μετέπειτα χρόνια σημαντική ήταν η συμβολή του ηγουμένου Αθ. Μπίκου, ο οποίος δημιούργησε τον Κώδικα της μονής. Την περίοδο 1913-1917 ο ίδιος προχώρησε σε έργα ανακαίνισης διατηρώντας το τετράπλευρο μοναστηριακό σχήμα. Τότε ανακαινίστηκε και ο μικρός ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, ο οποίος όμως δυστυχώς κατεδαφίστηκε με τις καταστροφές και τις πλημμύρες του 1945.

Από τότε η μονή άρχισε να λειτουργεί ως γυναικεία και οικοδομήθηκε νέος μεγαλύτερος ναός σε ρυθμό βυζαντινό, σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο. Στο εσωτερικό του δημιουργήθηκαν εξαιρετικές τοιχογραφίες από αγιορείτες ιερομόναχους και τους αδερφούς Κάτσωνα τις οποίες μπορεί κανείς να θαυμάσει ακόμα και σήμερα. Μέσα σε αργυρή θήκη φυλάσσονται άγια λείψανα. Στη βιβλιοθήκη της μπορεί κανείς να δει τη μεγάλη συλλογή βιβλίων και σημειώσεων που προέρχονται από εκδοτικούς οίκους της Βενετίας, χειρόγραφους Κώδικες και Οθωμανικά έγγραφα.

Πέραν του κυρίως ναού υπάρχουν δύο παρεκκλήσια, της Παναγίας της Γοργοεπηκόου και του Αγίου Γεωργίου, το οποίο είναι και το αρχαιότερο κτίριο του μοναστηριού. Μια εντοιχισμένη επιγραφή πάνω απ’ την είσοδό του αναφέρει ως έτος ανακαίνισης το 1598. Από την πλούσια αγιογράφησή του έχουν απομείνει μόνο τα τμήμα της κόγχης του Ιερού.

 

Σήμερα οι μοναχές που βρίσκονται εδώ ασχολούνται με αγροτικές και χειροτεχνικές εργασίες. Χιλιάδες προσκυνητές επισκέπτονται τη μονή για να δραπετεύσουν από τη ρουτίνα της καθημερινότητας συνδυάζοντας τη μαγεία της φύσης με την κατανυκτική ατμόσφαιρα του χώρου.